Αυτό ήταν, λοιπόν! Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Ρίο ντε Τζανεϊρο ανήκουν, πια, στο παρελθόν, μένοντας στην ιστορία για τους δικούς τους εξωαγωνιστικούς, κυρίως, λόγους. Διότι, τώρα που τελείωσαν όλα, τι, αλήθεια, θα θυμόμαστε περισσότερο απ΄ αυτή την Ολυμπιάδα;
Μάλλον, περισσότερο θα θυμόμαστε την ανοργανωσιά, τις σημαντικές ελλείψεις που παρουσιάστηκαν καθ΄ όλη τη διάρκεια των Αγώνων, τις αντιδράσεις του Βραζιλιάνικου λαού (οι οποίες συγκαλύφθηκαν μαστορικά), την άρνηση του Πελέ να παραστεί να μεταφέρει τη Φλόγα, τις βρώμικες θάλασσες, τον ιό Ζίκα κ.ο.κ. Θα έλεγα, όμως και κάτι ακόμα: Το παράδειγμα του Ρίο πρέπει να γίνει μάθημα στη ΔΟΕ, αναφορικά με το που δίνει τους Αγώνες. Το ότι η Λατινική Αμερική δεν είχε διοργανώσει ποτέ Ολυμπιακούς Αγώνες, δεν σημαίνει πως ντε και καλά πρέπει να το κάνει, όταν δεν υπάρχουν οι στοιχειώδεις προϋποθέσεις.
Λαοί που πεινούν, λαοί που έχουν πολύ πιο σημαντικά προβλήματα να λύσουν, δεν μπορούν να σκέφτονται τέτοιου είδους πρότζεκτ, πετώντας χρήματα τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν σε άλλου τύπου δομές του κράτους. Είναι πρώτα απ΄ όλα ασέβεια προς τον Βραζιλιάνικο λαό (της φαβέλας) αυτό που έγινε στο Ρίο.
Και επειδή στα χρόνια της οικονομικής κρίσης που περνάμε δεν είναι πολλές οι χώρες που μπορούν να σηκώσουν το βάρος μιας τέτοιας γιγάντιας διοργάνωσης, ίσως έφτασε ο καιρός να σκεφτεί η ΔΟΕ μια μόνιμη εγκατάσταση των Αγώνων, όπου κάθε τέσσερα χρόνια εκεί θα συγκεντρώνονται άπαντες για να τιμήσουν το Ολυμπιακό ιδεώδες. Γιατί όχι την Αρχαία Ολυμπία και κατ΄ επέκταση την Ελλάδα, θα έλεγα εγώ, με το οικονομικό βάρος να το σηκώνει η ΔΟΕ όμως και όχι η χώρα…
Επί του αγωνιστικού: Από την πρώτη στιγμή δεν ήμουν αισιόδοξος για την παρουσία των ελληνικών κουπιών και πανιών στο Ρίο, αναφορικά με την κατάκτηση μεταλλίων. Για την ακρίβεια ένα μετάλλιο περίμενα, από τον Κοντίδη, όμως οι Μάντης-Καγιαλής ισορρόπησαν την απώλεια που υπέστη ο Κύπριος. Εστω κι έτσι η παράδοση συνεχίστηκε και δεν γυρίσαμε με άδεια χέρια από μία ακόμη Ολυμπιάδα. Ραντεβού στο Τόκιο…